Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

Η ΑΠΟ ΠΑΝΩ


Η ΑΠΟ ΠΑΝΩ

Με λένε Δώρα και ζω σε αυτό το σπίτι περίπου δύο χρόνια, στο ισόγειο. Η αυλή είναι δικιά μου. Εδώ μεγαλώνω τον γιο μου, μόλις μπήκε στα δέκα του. Είναι έξυπνο παιδί, και κάνει όλα τα μαθήματα του αμέσως μετά το σχολείο, του το επιβάλω.

Οι γείτονες με ξέρουν, φροντίζω πάντα να τους μιλάω, στους ηλικιωμένους και στους νέους. Κάνω παρέα με την Κική, που μένει δίπλα. Τα παιδιά μας πάνε στο ίδιο σχολείο και έχουν την ίδια ηλικία, έτσι παίζουν κάποια απογεύματα μαζί. Εμείς ανταλλάζουμε κάποιο τσάι ή καφέ στις κουζίνες μας και μιλάμε για τα παιδιά μας. Σχολιάζουμε όμως και την γειτονιά.

Η γειτονιά δεν είναι ήσυχο μέρος. Όταν γίνετε κάποιος καυγάς μέσα στο νοικοκυριό, οι τοίχοι είναι λεπτοί για να απομονώσουν την φασαρία. Έτσι, ακούμε κάποιους σοβαρούς τσακωμούς και γνωρίζουμε τα προβλήματα του κάθε νοικοκυριού. Λεφτά, παιδιά, δουλειά, προβλήματα, όλα τα μαθαίνουμε.

Άθελα μας το αφτί μας ακούει τα πάντα, δεν το επιδιώκουμε. Νέες γυναίκες είμαστε, με πολλές υποχρεώσεις και οικογένεια, δεν βρίσκουμε πολλές ευκαιρίες για ψυχαγωγία.

Η τελευταία ενόχληση είναι από αυτήν που μόλις μετακόμισε από πάνω μου. Νέα γυναίκα, μόνη, όμορφη. Την γνώρισα με έναν καφέ στο χέρι όταν πρωτοήρθε, περνούσε μπροστά από την αυλή μου. Μου φάνηκε πρόσχαρο άτομο στην αρχή, ίσως και μια πιθανή φίλη.

Οι προσδοκίες μου διαψεύστηκαν όταν αυτή με προσπερνούσε κάθε φορά που με συναντούσε, και μου χάριζε πάρα ένα τυπικό και ψυχρό χαιρετισμό.

Αυτές τις τυπικές εκφράσεις δεν τις μοιράζει στους άντρες που φέρνει μέσα στο σπίτι της. Ακούω τα βογκητά της από το μπαλκόνι της, που βρίσκετε ακριβώς από πάνω μου. Αναστεναγμοί και κραυγές. Αντρικές φωνές γεμάτες υποσχέσεις, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας.

Έχω το παιδί, δεν μπορώ να το αφήνω να την ακούει. Την έχω προειδοποιήσει με σημειώματα πάνω στην πόρτα της, άλλα αυτή συνεχίζει να με αγνοεί. Είμαι και εγώ νέα γυναίκα, θα μπορούσα να κάνω και εγώ όλη την φασαρία που κάνει, έχω και εγώ ορμές. Άλλα δεν το κάνω. Έχω καιρό να βρεθώ με άντρα.

Όλο αυτό με κατέτρωγε, με εξόργιζε.

Σαν πρόκληση από τον Θεό, μια σύμπτωση. Πέρασε από μπροστά μου μια μέρα, η νεαρά σκανδαλιάρα γυναίκα, κρατώντας μια μικρή σακούλα σκουπιδιών. Ο αέρας φύσηξε και ένας μπόγος χρυσαφένιων μαλλιών έφτασε κοντά στα πόδια μου, τα δικά της.

Το σήκωσα και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να το κάψω, αντιθέτως το έκρυψα μέσα στο βιβλίο που διάβαζα.

Έχω ένα βιβλίο που μιλάει για αυτά, κληρονομιά της τσιγγάνας προγιαγιάς μου. Πήγα στην σελίδα που ήθελα, και άρχισα να διαβάζω τις οδηγίες. Μάζεψα άχυρα σταριού από ένα άδειο οικόπεδο κοντά στην γειτονιά, τα έπλεξα μεταξύ τους. Τα στερέωσα με ξυλάκια, από ένα σετ παιχνιδιών κατασκευής του γιου μου. Έκρυψα μέσα στο κέντρο, τον χρυσαφένιο μπόγο μαλλιών της από πάνω. Το έραψα με ένα παλιό κουρέλι που είχα, και έφτιαξα ένα κουκλάκι.

Έκανα την τελετή που χρειάστηκε για να το βαφτίσω, να το μαγέψω. Το γέμισα με λόγια μίσους και πινέζες. Το άφησα κάτω από το μπαλκόνι της, μέσα σε έναν κρυφό σωλήνα που έχω πρόσβαση, δεν θα το βρει ποτέ.

Λίγος καιρός χρειάστηκε για να δω τον θρίαμβο μου. Τα χρυσαφένια της μαλλιά δεν γυάλιζαν όπως παλιά. Το προκλητικό βλέμμα στο πρόσωπο της έσβησε. Οι επισκέψεις των αντρών σταμάτησαν. Αντί για βογκητά και αναστεναγμούς, ο μόνος θόρυβος που άκουγα, ήταν τα κλάματα της.


Created by Diana Chemeris

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου